Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

Η ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

Ήταν αγουροξυπνημένος και κατσούφης, είχε μέσα του μια ανησυχία και ένα φόβο ότι κάτι θα συνέβαινε. Ήταν στην Αθήνα για δουλειές, ύστερα από μια κουραστική ημέρα και από ένα μακρύ νυχτερινό ύπνο κοντά στο μεσημέρι χτύπησε το τηλέφωνο του.
Σκέφτηκε να μην απαντήσει, είχε ένα προαίσθημα σαν το ένστικτο του να τούλεγε κάτι κακό θα συνέβαινε. Είχε μια νευρικότητα, μια αδυναμία τον κυρίευσε και αισθανόταν το μυαλό του μαγκωμένο, νόμιζε ήταν από τη κούραση. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι αυτή την ανησυχία την είχε ξανανιώσει στο παρελθόν, έτσι περίμενε να έβγαινε αληθινή, ήξερε θα έρχονταν κακά μαντάτα.
Άνοιξε το τηλέφωνο και έμαθε τα κακά νέα. Η κόρη του είχε ατύχημα και έπρεπε να τρέξει, η κατάσταση της ήταν κρίσιμη. Έπεσε από τη σκάλα και χτύπησε στο κεφάλι. Καθώς ανέβαινε την ξύλινη σκάλα του σπιτιού κρατώντας στα χέρια της ένα φλιτζάνι με καυτό τσάι το οποίο κάποια στιγμή χύθηκε και από τον φόβο της να μην πέσει πάνω της και καεί, έκανε μια αδέξια κίνηση και έχασε την ισορροπία της. Κατρακυλώντας έπεσε κάτω χτυπώντας πολύ δυνατά στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Γεμάτος ανησυχία και φόβο ανέβηκε σ ένα αεροπλάνο να γυρισει πισω. Ύστερα από ένα ταξίδι όλο αγωνία που κόντευε να τον τρελάνει, έφτασε στο αεροδρόμιο, πήρε το αυτοκίνητο του και έτρεξε στο Νοσοκομείο. Εκεί βρήκε όλη την οικογένεια, έτρεξαν κοντά του και τον ενημέρωσαν. Οι γιατροί τους πληροφόρησαν ότι ήταν τόσο σοβαρή η κατάσταση, πού δεν άφηνε καμιά ελπίδα, παρά μόνο αν αποφάσιζε άλλως πως ο Θεός.
Σε μια στιγμή ο άτυχος πατέρας βλέπει τον γιατρό να βγαίνει, ήταν γνωστός του και έτρεξε κοντά του. Αυτός άρχισε να του εξηγεί με επιστημονικούς όρους ότι η κατάσταση ήταν πάρα πολύ κρίσιμη, οπότε τον διακόπτει και τον ερωτά,
- Δηλαδή, τελειώνει;
Ο γιατρός δεν απάντησε, κούνησε απλώς καταφατικά το κεφάλι του. Έμεινε σαν χαμένος, έβλεπε τη μάνα να οδύρεται και να σπαράζει, άκουε τους άλλους και αυτοί να κλαίνε σαν χορός σε αρχαία τραγωδία, ένιωθε να μην υπάρχει πάτωμα στα πόδια του και το νου του να μην μπορεί να σκεφτεί.
Τότε αισθάνθηκε μία φωνή μέσα του:
-Προσευχήσου, προσευχήσου.
Τί προσευχή να κάνει; Δεν ήξερε. Δεν είχε σχέση με την Εκκλησία. Αλλά η φωνή συνέχιζε να τον παρακινεί 
-Προσευχήσου, προσευχήσου.
Προχώρησε και βγήκε στο μπαλκόνι μέσα στο σκοτάδι της νύχτας που άρχισε να πέφτει, και ασυναίσθητα άρχισε να παρακαλεί και να λέει λόγια που δεν θυμόταν ύστερα, αλλά που ήταν λόγια προσευχής για να γιάνει το παιδί του…
…Και εγινε το θαύμα. Ένιωσε μέσα του ο Θεός να τον πληρώνει με το Άγιο Πνεύμα του, ένιωσε να είναι κάπου αλλού όπου δεν υπήρχε ούτε χρόνος, ούτε χώρος. Γύρισε το βλέμμα του στα πέρατα του σκοταδιού σίγουρος ότι θα αντίκριζε το πρόσωπο του Θεού, και βλέπει μια λάμψη στο βάθος του ουρανού και ένιωσε να τον χτυπά στα μάτια ένα εκτυφλωτικό φώς που τον πονούσε και παρακαλούσε μέσα του να σβήσει. Ύστερα σιγά σιγά το εκτυφλωτικό φώς απομακρύνθηκε και στη θέση του φάνηκε μια οπτασία να στέκει στον αέρα, και να περπατά προς το μέρος του. Ταυτόχρονα ένιωσε μια αύρα να έρχεται από τα αντίπερα βουνά, και σαν γλυκιά ζεστασιά να τον λούζει και να τον προσπερνά…
Όταν συνήρθε  θυμόταν ξεκάθαρα την γλυκεία μορφή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ –ήταν η μορφή ολόιδια με την εικόνα του Αγίου στο παρεκκλήσι της γειτονιάς του-, θυμόταν ότι του είχε μιλήσει εσωτερικά με τη σκέψη, αλλά χωρίς λόγια, και αισθανόταν να έχει κυριευτεί με ηρεμία, δεν φοβόταν για το παιδί του, ήξερε ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Ένιωσε την αύρα που τον προσπερνούσε να φεύγει προς το μεριά που ήταν το παιδί του και ήξερε ότι ήταν η πνοή του Αρχάγγελου που θα θεράπευε τη μονάκριβη του κόρη.

Γύρισε πίσω στο διάδρομο που ήταν οι άλλοι συγγενείς και τους είπε να σταματήσουν να κλαίνε γιατί ο Αρχάγγελος Μιχαήλ έκαμε το θαύμα του, τον επισκέφτηκε και έφερε πίσω τη ζωή της μικρής του κόρης και τώρα ήταν καλά. Τους κάλεσε, και όλοι μαζί μπήκαν στο δωμάτιο της και την βρήκαν να κάθεται στο κρεβάτι ολο υγεία και ζωντάνια. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου